Μη Εξυπηρετούμενες Χορηγήσεις Το βαρίδι της οικονομίας και το τίμημα της στασιμότητας

Μη Εξυπηρετούμενες Χορηγήσεις Το βαρίδι της οικονομίας και το τίμημα της στασιμότητας

Μη Εξυπηρετούμενες Χορηγήσεις (ΜΕΧ):
Το βαρίδι της οικονομίας και το τίμημα της στασιμότητας

Το βαρίδι της οικονομίας

Οι Μη Εξυπηρετούμενες Χορηγήσεις (ΜΕΧ) αποτελούν ένα από τα κατάλοιπα της κρίσης του 2013. Κορυφώθηκαν το δεύτερο εξάμηνο του 2014 σε 28,1 δισ. ευρώ ή 48,5% του συνολικού εγχώριου δανεισμού (γράφημα 1). Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας –όπως απεικονίζεται στο γράφημα 1– ο δείκτης ΜΕΧ μειώθηκε στο 29,8% στα μέσα του 2019, ο οποίος αναλογεί σε χορηγήσεις 9,7 δισ. ευρώ. Η αγορά ΜΕΧ συνιστά πλέον πραγματικότητα για την κυπριακή οικονομία. Κατά το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2019, το μέγεθος της εγχώριας αγοράς ΜΕΧ υπολογίζεται σε 20,1 δισ. ευρώ · εκ των οποίων τα 9,7 δισ. ευρώ ή ποσοστό 48,4% παραμένουν μέρος του τραπεζικού συστήματος, ενώ χαρτοφυλάκια ύψους περίπου 10,3 δισ. ευρώ ή ποσοστό 51,6% έχουν είτε μεταφερθεί σε εταιρείες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων ή πωληθεί σε εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων (γράφημα 2). Ο οίκος Moody’s[i] αναμένει ότι μέχρι το τέλος του 2020 τα αποθέματα ΜΕΧ των τραπεζών θα μειωθούν κάτω από τα 6,0 δισ. ευρώ κυρίως μέσω άμεσων πωλήσεων ή τιτλοποιήσεων προβληματικών δανείων. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη περαιτέρω υποχώρηση του δείκτη ΜΕΧ κάτω του 20% το 2020, ενώ το 2021 οι Moody’s ευελπιστούν ότι ο δείκτης θα είναι κοντά στο 10%.

Μπορεί το τραπεζικό σύστημα να έχει βρει τον τρόπο να απαλλαγεί από τα «κόκκινα δάνεια», αλλά η κυπριακή οικονομία –μαζί και η οποιαδήποτε περαιτέρω ανέλιξη της επενδυτικής της βαθμίδας– θα παραμείνει δέσμια σε αυτά και μετά το 2021. Η ουσία είναι ότι ένα μεγάλο απόθεμα ΜΕΧ, της τάξης των 20,1 δισ. ευρώ, εξακολουθεί να αποτελεί βάρος για την πραγματική οικονομία. Συγκριτικά, ο αριθμός αυτός είναι περίπου αντίστοιχος του κυπριακού ΑΕΠ του 2018 (96.7%[ii]) και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά στην Ευρωζώνη. Το πρόβλημα εξαλείφεται μόνο όταν επέλθει η οργανική μείωσή τους, ώστε η επαναδραστηριοποίηση τόσο των νοικοκυριών όσο και των επιχειρήσεων να καταστεί βιώσιμη.

Η στασιμότητα είναι ορατή

Ο ρυθμός μείωσης των ΜΕΧ στη κυπριακή οικονομία είναι μόλις 6.5% ανά έτος κατά την τελευταία πενταετία[iii]. Αν και από την κορύφωσή τους το 2014 (28,1 δισ. ευρώ) μέχρι τα μέσα του 2019 (20,1 δισ. ευρώ) η ποσοστιαία μείωση είναι της τάξης του 28,6% (ή  8,0 δισ. ευρώ σε απόλυτους αριθμούς), εντούτοις ένα μεγάλο μέρος των ΜΕΧ (46%[iv]) παρουσιάζει καθυστερήσεις πέραν των 5 ετών. Επιπρόσθετα, το πρόγραμμα Εστία –των επιλέξιμων 2,7 δισ. ευρώ– δεν έχει ανταποκριθεί στις αρχικές προσδοκίες. Ένας από τους κυριότερους λόγους για τη διαιώνιση αυτής της στασιμότητας είναι ο ηθικός κίνδυνος, για τον οποίο το ΔΝΤ[v] αναφέρθηκε πρόσφατα στη σημασία της ελαχιστοποίησής του. Μέχρι στιγμής η μεγαλύτερη μείωση στα αποθέματα ΜΕΧ έχει επιτευχθεί κυρίως μέσω της ανταλλαγής ακινήτων «φιλέτων» έναντι χορηγήσεων. Αυτά προέρχονται κατά κύριο λόγο από τις μεγαλύτερες σε μέγεθος εταιρείες και όχι τα νοικοκυριά ή τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Συνεπώς, τι να αναμένουμε;

Δεν υπάρχουν λύσεις τύπου «μαγικού ραβδιού», ενώ χρειάζεται να βελτιωθούν οι «αγκυλότητες» του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η πραγματικότητα είναι ότι η μείωση των ΜΕΧ στη χώρα δεν είναι εύκολη υπόθεση και θα πάρει χρόνια να επιτευχθεί. Ενόσω οι κυπριακές τράπεζες άρχισαν να εστιάζουν στις ευκαιρίες του μέλλοντος, όπως η βιώσιμη χρηματοδότηση και η ψηφιοποίηση, η αγορά των ΜΕΧ χρειάζεται να κάνει αλματώδη βήματα προς αποφυγή της αποτελμάτωσης.

Στη χρονιά που είναι μπροστά μας, θα πρέπει να δούμε την επιτάχυνση της προσπάθειας για μεταρρυθμίσεις στο καθεστώς που διέπει την πώληση των ΜΕΧ, καθώς επίσης τη λήψη ορθών νομοθετικών παρεμβάσεων. Επιπλέον, θα πρέπει να δούμε την επίσπευση των διαδικασιών ανάκτησης χορηγήσεων από τις εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων, είτε μέσω πλειστηριασμών ή λήψης νομικών μέτρων. Στις περιπτώσεις υπερχρεωμένων αλλά βιώσιμων εταιρειών, αναμένουμε να δούμε προσπάθειες εξεύρεσης επενδύσεων σε ίδια κεφάλαια σε συνδυασμό με δανειακές αναδιαρθρώσεις.

Το τίμημα

Πρόκειται λοιπόν για δύσκολα ζητήματα. Πρέπει όμως να αντιμετωπιστούν άμεσα και με νομοθετική νηφαλιότητα. Μέχρι τότε τα ΜΕΧ θα αποτελούν το βαρίδι της πραγματικής οικονομίας. Με το τίμημα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις –που είναι και ο πνεύμονας της οικονομίας– να αδυνατούν να αποδώσουν στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους. Δεν θα μπορέσουν να στραφούν δυναμικά προς τις εξαγωγές. Δεν θα έχουν τη δυνατότητα να ενσωματώσουν άμεσα τις νέες τεχνολογίες. Ενώ οι κεφαλαιαγορές της Κύπρου θα παραμένουν χωρίς βάθος.

[i] Moody’s Sector Comment, Banks – Cyprus: Limited success of Cyprus’ Estia subsidy scheme to address banks’ nonperforming mortgage loans is credit negative (4.12.2019).

[ii] Βάση της Παγκόσμιας Τράπεζας για το δείκτη ΑΕΠ 2018 σε τρέχουσα αξία (20,7 δισ. ευρώ) σε σύγκριση με τα πιο πρόσφατα στοιχεία ΜΕΧ του 2019 (20,1 δισ. ευρώ).

[iii] Βασίζεται στη περίοδο 2014 (28,1 δισ. ευρώ) και 2019 (20,1 δισ. ευρώ).

[iv] Ομιλία του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, κ. Κωνσταντίνου Ηροδότου, στη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού για τον Προϋπολογισμό του 2020 (28.11.2019).

[v] International Monetary Fund Country Report No. 19/362- Cyprus. Cyprus: 2019 Article IV Consultation-Press Release; Staff Report; and Statement by the Executive Director for Cyprus (9.12.2019).

 

Λούης Λοΐζου, Πρόεδρος της Ένωσης Ελλήνων Τραπεζιτών Ηνωμένου Βασιλείου και Συνέταιρος στη Loizou & Co
Άρθρο στην Ελληνική Έκδοση του περιοδικού The Economist Ο Κόσμος 2020